Marfin: 15 Χρόνια Μετά – Η Τραγωδία που Ποτέ Δεν Δικαιώθηκε

Ήταν 5 Μαΐου 2010. Η Αθήνα βράζει. Χιλιάδες πολίτες διαδηλώνουν ενάντια στα πρώτα μνημονιακά μέτρα, στους δρόμους κυριαρχεί οργή και αγανάκτηση. Μέσα σε αυτό το εκρηκτικό σκηνικό, γράφεται μία από τις πιο μαύρες σελίδες της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας – η τραγωδία της Marfin.

Το νεοκλασικό κτίριο της τράπεζας στην οδό Σταδίου μετατρέπεται σε παγίδα θανάτου. Μια ομάδα κουκουλοφόρων επιτίθεται με μολότοφ. Οι φλόγες τυλίγουν το εσωτερικό σε λίγα δευτερόλεπτα. Στο εσωτερικό του κτιρίου βρίσκονται 25-30 εργαζόμενοι. Οι περισσότεροι προσπαθούν απεγνωσμένα να διαφύγουν. Πέντε διασώζονται από την Πυροσβεστική. Τρεις, όμως, δεν τα καταφέρνουν.

Η 32χρονη Αγγελική Παπαθανασοπούλου – έγκυος στο πρώτο της παιδί –, η 35χρονη Παρασκευή Ζούλια και ο 36χρονος Επαμεινώνδας Τσακάλης, εγκλωβίζονται. Ο θάνατός τους έρχεται γρήγορα, βασανιστικά. Οι αναθυμιάσεις και τα τοξικά αέρια από τα πλαστικά και τα χαρτικά που καίγονταν, όπως εξηγεί ο ιατροδικαστής Φίλιππος Κουτσάφτης, τους στερούν τη ζωή μέσα σε λίγα λεπτά. Τα πρόσωπά τους ήταν μαυρισμένα από τον καπνό, τα στόματά τους ανοιχτά – σαν να πάλευαν να αναπνεύσουν λίγο ακόμα.

Οι εικόνες και οι μαρτυρίες παγώνουν το αίμα. Ο Αλέξανδρος Νικολόπουλος, ο μόνος εργαζόμενος που κατάφερε να βγει από την είσοδο, θυμάται τις φωνές «κάψτε τους». Άλλοι προσπαθούσαν να σωθούν πηδώντας από τα μπαλκόνια. Οι πυκνοί καπνοί, η απόγνωση, ο πανικός. «Δεν είχαμε πειράξει κανέναν. Είχαμε πάει για δουλειά», δηλώνει η Άντζυ Τριανταφύλλου, επιζήσασα από τον δεύτερο όροφο.

Αυτόπτες μάρτυρες αναφέρουν ότι η επίθεση ήταν καλά οργανωμένη. Κάποιος πέταξε τη μολότοφ μέσα στο κτίριο, την ώρα που άλλοι διαδηλωτές αντιδρούσαν, συνειδητοποιώντας τι είχε συμβεί. Ορισμένοι φώναζαν στους εργαζόμενους που πάλευαν να σωθούν: «να καείτε». Δεν ήταν όλοι ίδιοι, μα εκείνη τη μέρα κυριάρχησαν οι ακραίοι.

Η Δικαιοσύνη, όμως, δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Ένας μόνο ύποπτος για τον εμπρησμό παραπέμφθηκε σε δίκη, αλλά το 2016 αθωώθηκε λόγω έλλειψης αποδείξεων. Παρότι το δικαστήριο αναγνώρισε πως ο εμπρησμός προήλθε από ομάδα με δομή και συντονισμό, κανένας φυσικός αυτουργός δεν καταδικάστηκε ποτέ. Η ηθική και ποινική δικαίωση των θυμάτων δεν ήρθε.

Αντίθετα, η ευθύνη μεταφέρθηκε αποκλειστικά στη διοίκηση της τράπεζας. Το 2013, το δικαστήριο καταδίκασε σε βαριές ποινές τρία στελέχη της Marfin – τον διευθύνοντα σύμβουλο, τον υπεύθυνο ασφαλείας και τη διευθύντρια του καταστήματος – για ανθρωποκτονία εξ αμελείας και παραλείψεις στα μέτρα ασφαλείας. Το κτίριο δεν διέθετε σχέδιο εκκένωσης, δεν υπήρχαν ρολά, η ταράτσα ήταν κλειδωμένη. Οι ζωές των υπαλλήλων θυσιάστηκαν ανάμεσα στην ανευθυνότητα και τη βία.

Δεκαπέντε χρόνια μετά, η πληγή παραμένει ανοιχτή. Η κοινωνία θυμάται, θρηνεί, μα δεν έχει ξεχάσει. Οι συγγενείς των θυμάτων δεν ζητούν εκδίκηση – ζητούν δικαιοσύνη. Ζητούν να αναγνωριστεί η αλήθεια. Να ειπωθεί καθαρά ότι ο φανατισμός σκότωσε τρεις ανθρώπους που δεν έφταιγαν σε τίποτα. Ότι κανένα ιδεολογικό προσωπείο δεν μπορεί να καλύψει ένα έγκλημα.

Η τραγωδία της Marfin δεν είναι μόνο μια μαύρη επέτειος. Είναι υπενθύμιση. Ότι η δημοκρατία δεν αντέχει τη βία, από όπου κι αν προέρχεται. Ότι η κοινωνική οργή, όταν εκτροχιάζεται, καταλήγει σε τραγωδία. Και ότι χωρίς Δικαιοσύνη, δεν υπάρχει ούτε μνήμη, ούτε ειρήνη.

 

Αν αυτή η είδηση σου κέντρισε το ενδιαφέρον, συνέχισε να ενημερώνεσαι μέσα από τις υπόλοιπες σελίδες της κατηγορίας https://morfeszois.com/enimerosi/

 

Συντάκτρια  Δέσποινα Μπλάτζα –https://morfeszois.com/

Μοιράσου αυτό το άρθρο!

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Κύλιση στην κορυφή